- περιστεναχίζομαι
- περιστενᾰχίζομαι, [voice] Med., = foreg.,A resound all round or re-echo with . . ,
μέγα δῶμα περιστεναχίζετο ποσσὶν ἀνδρῶν παιζόντων Od.23.146
, cf. 10.454 (tm.); κνισῆεν δέ τε δῶμα περιστεναχίζεται ib.10 :— later in [voice] Act., Q.S.12.415.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.